Γράφει ο Νίκος Χατζηνικολάου
Η ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ των αστυνομικών αρχών στη Βίλα Αμαλίας και η διακοπή της πολυετούς κατάληψής της επανέφεραν στην ημερήσια διάταξη του πολιτικού μας διαλόγου τα -«καυτά» προεκλογικά, αλλά «ξεχασμένα» μετεκλογικά- θέματα της ασφάλειας των πολιτών και της ευνομίας στα μεγάλα αστικά κέντρα. Αναδείχθηκε με τον τρόπο αυτό για άλλη μια φορά το μεγάλο έλλειμμα σοβαρότητας που μαστίζει την πολιτική μας σκηνή. Γιατί βέβαια πώς αλλοιώς να σχολιάσει κανείς το γεγονός ότι για τα ελληνικά κόμματα και τους εκπροσώπους τους ακόμη και το κατεξοχήν αυτονόητο, δηλαδή η εφαρμογή του νόμου, καθίσταται αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης και διαμάχης; Πώς αλλοιώς να σχολιάσει κανείς, αν όχι ως απόδειξη έλλειψης στοιχειώδους υπευθυνότητας, το γεγονός ότι οι πολιτικοί μας ταγοί ψηφοθηρούν απροκάλυπτα, μετατρέποντας συχνά σε πεδίο σύγκρουσης το κέντρο της Αθήνας και άλλων μεγάλων πόλεων, άλλοι ανεχόμενοι ή και ενθαρρύνοντας συχνά την ανομία και άλλοι εμφανιζόμενοι με τη ρομφαία του νόμου στα χέρια, ως… ελευθερωτές και τιμωροί;
ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΔΗΛΟ ότι και οι δύο αυτές συμπεριφορές ενέχουν στοιχεία υποκρισίας και στοχεύουν στο πολιτικό, κομματικό και συχνά στο προσωπικό όφελος. Είναι, για παράδειγμα, υποκρισία μεγίστου βαθμού να «βαφτίζονται» πολιτιστικά κέντρα χώροι καταλήψεων, στους οποίους βρέθηκε υλικό που είναι προφανές ότι δεν μπορούσε να έχει ούτε… οικιακή, ούτε… «πολιτιστική» χρήση. Είναι υποκρισία και «ψάρεμα» σε θολά πολιτικά νερά να αντιμετωπίζονται υποτονικά, με μισόλογα ή και να δικαιολογούνται, με αναφορές στα όντως οξυμένα κοινωνικά προβλήματα, εκδηλώσεις βίας. Και βέβαια είναι επικίνδυνη υποκρισία, για όποιον λόγο και αν επιδεικνύεται και από όπου και αν προέρχεται η κάθε είδους ανοχή και «χαλαρότητα» απέναντι στις κουκούλες και τη δράση τους. Υπονομεύει τη δημοκρατία μας, υπονομεύει την κοινωνική ειρήνη και συνοχή. Υπονομεύει σε τελική ανάλυση την ομαλή πορεία της χώρας.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΠΛΕΥΡΑ, υποκρισία είναι επίσης να εμφανίζεις ως μέγα πολιτικό επίτευγμα και ως γενναία πράξη την αυτονόητη υποχρέωσή σου, την απλή δηλαδή εφαρμογή του νόμου και τη στοιχειώδη αστυνόμευση των μεγάλων πόλεων. Υποκρισία είναι να ασχολείσαι ξαφνικά με τα θέματα της ασφάλειας των πολιτών και να τα τοποθετείς ψηλά στην πολιτική σου ατζέντα μόνο όταν αυτά αρχίζουν να έχουν σοβαρό κόστος για την παράταξή σου, ενώ από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα ανέχθηκες κατά καιρούς εξόφθαλμα έκνομες συμπεριφορές και δράσεις. Υποκρισία είναι να μετατρέπεις σε «πολιτικό στοίχημα» την εύρυθμη λειτουργία των πόλεων και γενικότερα της κοινωνίας μας, δηλαδή την ευνομία, ενώ επί δεκαετίες άφηνες τα πράγματα να «ξεχειλώνουν» επικίνδυνα, ανεχόμενος γκρίζες ζώνες ανομίας και δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό τις πολιτικές προϋποθέσεις για την πολιτική γιγάντωση της Χρυσής Αυγής.
ΕΙΝΑΙ ΚΑΙΡΟΣ η πολιτική μας σκηνή να αντιμετωπίσει τα θέματα της ασφάλειας και της τήρησης του νόμου με αυξημένη δημοκρατική ωριμότητα, με ευαισθησία, αλλά και με αποφασιστικότητα. Και ίσως -όποτε απαιτείται- με πυγμή. Παράλληλα, πρέπει να γίνει συνείδηση ότι, όπου αυτό είναι δυνατόν, η πρόληψη είναι η καλύτερη «θεραπεία». Η κατάληψη, για παράδειγμα, ενός δημοσίου κτιρίου είναι συνήθως προϊόν της εγκατάλειψής του. Αν η δημόσια περιουσία προστατεύεται και αξιοποιείται, τα φαινόμενα αυτά θα περιορισθούν σημαντικά. Και βέβαια πρέπει τώρα όλοι, πολίτες και πολιτικοί, να συνειδητοποιήσουμε ότι η κοινωνική ειρήνη και συνοχή δεν συμβαδίζει, ούτε εξυπηρετείται, με ασκήσεις επαναστατικής γυμναστικής, που σε τελική ανάλυση λειτουργούν σχεδόν πάντοτε αποπροσανατολιστικά από τα πραγματικά προβλήματα του λαού και της χώρας. Η «αυστηρή» ή η «ελαστική» εφαρμογή του νόμου δεν μπορεί να γίνεται πολιτική σημαία στον βωμό μικροκομματικών συμφερόντων και επιδιώξεων. Ο νόμος είναι ένας. Και η εφαρμογή του πρέπει να γίνεται σύμφωνα με «το γράμμα και το πνεύμα του». Οχι με βάση την πολιτική βούληση ή το κομματικό όφελος της μιας ή της άλλης πλευράς… Αν θέλουμε η «δημοκρατία» μας να βγει επιτέλους από τα… εισαγωγικά!
πηγή
Η ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ των αστυνομικών αρχών στη Βίλα Αμαλίας και η διακοπή της πολυετούς κατάληψής της επανέφεραν στην ημερήσια διάταξη του πολιτικού μας διαλόγου τα -«καυτά» προεκλογικά, αλλά «ξεχασμένα» μετεκλογικά- θέματα της ασφάλειας των πολιτών και της ευνομίας στα μεγάλα αστικά κέντρα. Αναδείχθηκε με τον τρόπο αυτό για άλλη μια φορά το μεγάλο έλλειμμα σοβαρότητας που μαστίζει την πολιτική μας σκηνή. Γιατί βέβαια πώς αλλοιώς να σχολιάσει κανείς το γεγονός ότι για τα ελληνικά κόμματα και τους εκπροσώπους τους ακόμη και το κατεξοχήν αυτονόητο, δηλαδή η εφαρμογή του νόμου, καθίσταται αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης και διαμάχης; Πώς αλλοιώς να σχολιάσει κανείς, αν όχι ως απόδειξη έλλειψης στοιχειώδους υπευθυνότητας, το γεγονός ότι οι πολιτικοί μας ταγοί ψηφοθηρούν απροκάλυπτα, μετατρέποντας συχνά σε πεδίο σύγκρουσης το κέντρο της Αθήνας και άλλων μεγάλων πόλεων, άλλοι ανεχόμενοι ή και ενθαρρύνοντας συχνά την ανομία και άλλοι εμφανιζόμενοι με τη ρομφαία του νόμου στα χέρια, ως… ελευθερωτές και τιμωροί;
ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΔΗΛΟ ότι και οι δύο αυτές συμπεριφορές ενέχουν στοιχεία υποκρισίας και στοχεύουν στο πολιτικό, κομματικό και συχνά στο προσωπικό όφελος. Είναι, για παράδειγμα, υποκρισία μεγίστου βαθμού να «βαφτίζονται» πολιτιστικά κέντρα χώροι καταλήψεων, στους οποίους βρέθηκε υλικό που είναι προφανές ότι δεν μπορούσε να έχει ούτε… οικιακή, ούτε… «πολιτιστική» χρήση. Είναι υποκρισία και «ψάρεμα» σε θολά πολιτικά νερά να αντιμετωπίζονται υποτονικά, με μισόλογα ή και να δικαιολογούνται, με αναφορές στα όντως οξυμένα κοινωνικά προβλήματα, εκδηλώσεις βίας. Και βέβαια είναι επικίνδυνη υποκρισία, για όποιον λόγο και αν επιδεικνύεται και από όπου και αν προέρχεται η κάθε είδους ανοχή και «χαλαρότητα» απέναντι στις κουκούλες και τη δράση τους. Υπονομεύει τη δημοκρατία μας, υπονομεύει την κοινωνική ειρήνη και συνοχή. Υπονομεύει σε τελική ανάλυση την ομαλή πορεία της χώρας.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΠΛΕΥΡΑ, υποκρισία είναι επίσης να εμφανίζεις ως μέγα πολιτικό επίτευγμα και ως γενναία πράξη την αυτονόητη υποχρέωσή σου, την απλή δηλαδή εφαρμογή του νόμου και τη στοιχειώδη αστυνόμευση των μεγάλων πόλεων. Υποκρισία είναι να ασχολείσαι ξαφνικά με τα θέματα της ασφάλειας των πολιτών και να τα τοποθετείς ψηλά στην πολιτική σου ατζέντα μόνο όταν αυτά αρχίζουν να έχουν σοβαρό κόστος για την παράταξή σου, ενώ από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα ανέχθηκες κατά καιρούς εξόφθαλμα έκνομες συμπεριφορές και δράσεις. Υποκρισία είναι να μετατρέπεις σε «πολιτικό στοίχημα» την εύρυθμη λειτουργία των πόλεων και γενικότερα της κοινωνίας μας, δηλαδή την ευνομία, ενώ επί δεκαετίες άφηνες τα πράγματα να «ξεχειλώνουν» επικίνδυνα, ανεχόμενος γκρίζες ζώνες ανομίας και δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό τις πολιτικές προϋποθέσεις για την πολιτική γιγάντωση της Χρυσής Αυγής.
ΕΙΝΑΙ ΚΑΙΡΟΣ η πολιτική μας σκηνή να αντιμετωπίσει τα θέματα της ασφάλειας και της τήρησης του νόμου με αυξημένη δημοκρατική ωριμότητα, με ευαισθησία, αλλά και με αποφασιστικότητα. Και ίσως -όποτε απαιτείται- με πυγμή. Παράλληλα, πρέπει να γίνει συνείδηση ότι, όπου αυτό είναι δυνατόν, η πρόληψη είναι η καλύτερη «θεραπεία». Η κατάληψη, για παράδειγμα, ενός δημοσίου κτιρίου είναι συνήθως προϊόν της εγκατάλειψής του. Αν η δημόσια περιουσία προστατεύεται και αξιοποιείται, τα φαινόμενα αυτά θα περιορισθούν σημαντικά. Και βέβαια πρέπει τώρα όλοι, πολίτες και πολιτικοί, να συνειδητοποιήσουμε ότι η κοινωνική ειρήνη και συνοχή δεν συμβαδίζει, ούτε εξυπηρετείται, με ασκήσεις επαναστατικής γυμναστικής, που σε τελική ανάλυση λειτουργούν σχεδόν πάντοτε αποπροσανατολιστικά από τα πραγματικά προβλήματα του λαού και της χώρας. Η «αυστηρή» ή η «ελαστική» εφαρμογή του νόμου δεν μπορεί να γίνεται πολιτική σημαία στον βωμό μικροκομματικών συμφερόντων και επιδιώξεων. Ο νόμος είναι ένας. Και η εφαρμογή του πρέπει να γίνεται σύμφωνα με «το γράμμα και το πνεύμα του». Οχι με βάση την πολιτική βούληση ή το κομματικό όφελος της μιας ή της άλλης πλευράς… Αν θέλουμε η «δημοκρατία» μας να βγει επιτέλους από τα… εισαγωγικά!
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου